altΟ Λάζλο Κουμπάλα είναι αναμφισβήτητα ένας ποδοσφαιρικός μύθος. Ένας μύθος που μοιράζονται τρείς χώρες. Η Ουγγαρία, η πρώην Τσεχοσλοβακία και η Ισπανία.

Γεννήθηκε στη Βουδαπέστη στις 10 Ιουνίου του 1927. Έμαθε το ποδόσφαιρο και πρωτοδιακρίθηκε στην περίφημη Φερεντσβάρος. Εκεί, γρήγορα φάνηκε το πλούσιο ποδοσφαιρικό του ταλέντο αναγκάζοντας τους ιθύνοντες της εθνικής ελπίδων της Ουγγαρίας να τον καλέσουν να αγωνιστεί.

Γρήγορα όμως τα πράγματα άλλαξαν. Ήρθε ο θάνατος του πατέρα του για να αλλάξει η ζωή του Λάζλο. Η μητέρα του, που ήταν Τσεχοσλοβάκα, μετά τον θάνατο του Ούγγρου συζύγου της αποφασίζει να επιστρέψουν στην πατρίδα της και συγκεκριμένα στην Μπρατισλάβα (πρωτεύουσα της σημερινής Σλοβακίας).

Το όνομα του Λάζλο αλλάζει και γίνεται Λαντισλάβ. Θα συνεχίσει το ποδόσφαιρο στη Σλόβαν Μπρατισλάβας με μεγάλη επιτυχία. Μάλιστα λόγω της μητρικής του καταγωγής θα του επιτραπεί η συμμετοχή στην εθνική ομάδα της Τσεχοσλοβακίας όπου θα παίξει σε έξι παιχνίδια από το 1947 έως το 1948.

altΚι ενώ η καριέρα του Λαντισλάβ προμηνύεται σπουδαία, έρχεται η μετατροπή μέσα σε μια νύχτα του 1948 της Τσεχοσλοβακικής δημοκρατίας σε Λαϊκή δημοκρατία υπό την επιρροή του Στάλιν. Ο Λαντισλάβ ποτέ δεν υπήρξε πολιτικά συνειδητοποιημένος. Αισθανόταν ελεύθερος. Η ατίθαση και μποέμ φύση του τον οδήγησε στην φυγή και στην επιστροφή στην Ουγγαρία.  

Ονομάζεται και πάλι Λάζλο. Αγωνίζεται με μεγάλη επιτυχία στη Βάσας Βουδαπέστης. Είναι ο καλύτερος ακραίος κυνηγός της χώρας. Σύντομα θα αγωνιστεί και στην Εθνική Ουγγαρίας, όπου σε σύνολο έντεκα εμφανίσεων "έβγαλε μάτια" με την απόδοσή του.

Το καθεστώς όμως στην Ουγγαρία ήταν επίσης πια σταλινικό. Το ανεξάρτητο πνεύμα του Λάζλο Κουμπάλα ασφυκτιά για μία ακόμη φορά. Θέλει να φύγει... Εντάσσεται σε μια μικτή ομάδα Ούγγρων ποδοσφαιριστών που κάνει περιοδεία στην Αυστρία δίνοντας φιλικούς αγώνες. Σε κάποια από τις μετακινήσεις της ομάδας στην αυστριακή ύπαιθρο, βρίσκει την ευκαιρία μαζί με κάποιους ακόμη συμπαίκτες και το σκάει από την υπόλοιπη αποστολή.

Ανεβαίνουν και κρύβονται σ’ ένα φορτηγό που έχει προορισμό την Ιταλία. Η Ουγγαρία τού επιβάλει ισόβιο αποκλεισμό, ενώ η FIFA τον τιμωρεί με αποκλεισμό ενός έτους από το ποδόσφαιρο. Στην Ιταλία, όντας τιμωρημένος από την FIFA δεν είχε δικαίωμα να αγωνιστεί. Προπονιόταν και κράτησε την φόρμα του με την ομάδα Pro Patria, τον μοναδικό σύλλογο που του εξασφάλισε κάποιες οικονομικές απολαβές.

Εκεί κάποια στιγμή τον πλησίασε η Τορίνο που εκείνα τα χρόνια έπαιρνε το ένα πρωτάθλημα πίσω από τ’ άλλο στην Ιταλία και είχε την καλύτερη ομάδα στην Ευρώπη. Μοιραία οι προτάσεις για φιλικούς αγώνες απ’ όλες τις ευρωπαϊκές ομάδες έπεφταν βροχή στην ιταλική ομάδα. Τον Μάιο του 1949 και ενώ οι διαπραγματεύσεις με τον Λάζλο είχαν "φουντώσει" και όλα έδειχναν ότι θα φορούσε την φανέλα της, η Τορίνο έκλεισε ένα σπουδαίο φιλικό ματς στη Λισσαβώνα με την Μπενφίκα.

Ευκαιρία λοιπόν για τους Ιταλούς να δοκιμάσουν τον Λάζλο σε αυτόν τον φιλικό αγώνα για να δουν και σε τι αγωνιστική κατάσταση βρίσκεται δεδομένης της μακράς απουσίας. Όμως την παραμονή του ταξιδιού ο Λάζλο κρυολόγησε βαριά και αποφασίστηκε να μην ακολουθήσει την αποστολή. Η ομάδα της Τορίνο πέταξε για την Λισσαβώνα όπου έμελλε να δώσει την τελευταία της παράσταση. Στην επιστροφή με το αεροπλάνο στις 4 Μαΐου του 1949 ο πιλότος δεν θα διακρίνει μέσα από τα πυκνά σύννεφα τον λόφο της Σουπέργκα που υψώνεται έξω από την πόλη του Τορίνο. Η μεγάλη αυτή ομάδα που είχε για ηγέτη τον αξεπέραστο Βαλεντίνο Ματσόλα δεν υπήρχε πια. Η μοίρα είχε αποφασίσει να ζήσει ο Λάζλο Κουμπάλα και να διαπρέψει σε άλλη χώρα. Τον Ιούνιο του 1950 ο Κουμπάλα πήγε με μια μικτή ομάδα ποδοσφαιριστών στη Βαρκελώνη για φιλικό αγώνα με την Εσπανιόλ. Στο γήπεδο βρέθηκε και ο τεχνικός διευθυντής της Μπαρτσελόνα Γιοσέπ Σαμιτιέρ.

Εντυπωσιάστηκε από τον Λάζλο όπως ήταν φυσικό και προλαβαίνοντας την Ρεάλ που επίσης εκδήλωσε ενδιαφέρον, απέσπασε την υπογραφή του. Εγκαθίσταται λοιπόν στην Ισπανία και στη Βαρκελώνη. Από το 1951 μέχρι και το 1962 ηγείται της Μπαρτσελόνα κατα τρόπο μοναδικό. Κερδίζει 4 πρωταθλήματα Ισπανίας (1952-1953-1959-1960), 5 κύπελλα (1951-1952-1953-1957-1959) και 2 κύπελλα Εκθέσεων Ευρωπαϊκών πόλεων (1958 – 1960).

Φόρεσε την φανέλα της Μπάρτσα σε 349 συνολικά παιχνίδια πετυχαίνοντας 270 γκόλ! Μάλιστα σ’ένα παιχνίδι Μπαρτσελόνα – Σπόρτιγκ Χιχόν 7-1 πέτυχε και τα επτά γκόλ! Η ισπανική ομοσπονδία βλέπει στο πρόσωπό του τον σωτήρα της εθνικής ομάδας που δεν μπορεί να διακριθεί εδώ και χρόνια. Τον πείθουν λοιπόν να αγωνιστεί στην Εθνική Ισπανίας. Είναι η τρίτη εθνική ομάδα της ζωής του φαινόμενο μοναδικό στην παγκόσμια ποδοσφαιρική ιστορία.

Με την Ισπανία θα αγωνιστεί σε 19 παιχνίδια. Το νέο του όνομα είναι Λαντισλάο Κουμπάλα. Για άλλη μια φορά είχε αλλάξει όνομα και για άλλη μια φορά βρέθηκε σε μια χώρα με ολοκληρωτικό καθεστώς. Αυτό του δικτάτορα Φράνκο. Αυτή τη φορά όμως δεν ασφυκτιά γιατί αισθάνεται πια βέρος Καταλανός. Ναι, αυτή η γωνιά της Ισπανίας με το επαναστατικό και φιλελεύθερό της πνεύμα του ταιριάζει. Αυτός ο "τσιγγάνος" του ποδοσφαίρου είχε βρεί την "γη της επαγγελίας του". Είχε μποέμικη φυσιογνωμία και μεγάλη έφεση στο γλέντι και στις γυναίκες. Μέσα στο γήπεδο όμως "κεντούσε". Έτρεχε ξέφρενα, σούταρε από μακρινές αποστάσεις ήταν μάγος της ντρίπλας και οι επελάσεις του προκαλούσαν τρόμο. Στις αρχές altτου 2002 έγινε ένα δημοψήφισμα μέσω ίντερνετ στην Ισπανία. Μέσα από αυτό ο Λαντισλάο Κουμπάλα αναδείχτηκε ο κορυφαίος ποδοσφαιριστής στην ιστορία της Μπαρτσελόνα. Εκτόπισε ποδοσφαιριστές όπως ο Σουάρεθ και ο Κρόιφ.

Στις 17 Μαίου του 2002 πέθανε σε ηλικία 74 ετών. Στην κηδεία του ο Αλφρέδο Ντι Στέφανο έκλαιγε. Γιατί ,παρόλο που ήταν τα δύο μεγάλα αστέρια των μισητών αντιπάλων της Ισπανίας, συνδέονταν μεταξύ τους με φιλία και παντοτινή εκτίμηση. 


Το άρθρο περιέχει αποσπάσματα από το βιβλίο "Το Μυθιστόρημα του ποδοσφαίρου" του Ηλία Γιαννακάκη.

Συντάκτης: Κώστας Βασιλείου